1. Γ. Μπαμπινιώτης, «Γλωσσικές παραχαράξεις: η «Μακεδονική» των Σκοπίων και τα περί σλαβομακεδονικής μειονότητας», Το Βήμα 3 Αυγούστου 2008: «…για να προβούν σε πιθανές διεκδικήσεις οψέποτε θα δινόταν ευκαιρία αλλαγής των συνόρων στα Βαλκάνια.»
Συνεχίζω με τον συνήθη ύποπτο Γιανναρά:
2. Χ. Γιανναράς, «Ποιος ορίζει το μέλλον της χώρας;», Η Καθημερινή, 15 Απριλίου 2007: «Κατόρθωμα εξόφθαλμο της κυβερνητικής πολιτικής: Ενα βιβλίο Ιστορίας του Δημοτικού Σχολείου μεταβάλλει τις προσεχείς εκλογές, οψέποτε πραγματοποιηθούν, σε δημοψήφισμα.»
Από τον χορό του γλωσσικού ακκισμού δεν θα μπορούσε βέβαια να λείπει ο Ευάγγελος Βενιζέλος:
3. Συνέντευξη του Ευάγγελου Βενιζέλου στον Σταύρο Θεοδωράκη, Το Βήμα 2 Δεκεμβρίου 2001: «Αν αναφέρεστε πάντως στο μέλλον του ΠαΣοΚ ή στο κλασικό ζήτημα της διαδοχής οψέποτε τεθεί…»
Τα χάι κλας ελληνικά του κ. Βενιζέλου θάμπωσαν, φαίνεται, τον Στ. Θεοδωράκη, ο οποίος σπεύδει στη διάρκεια της ίδιας συνέντευξης να τον μιμηθεί «Ποιος θα διαδεχθεί τον Κώστα Σημίτη οψέποτε τεθεί ζήτημα;»
Ο γλωσσικός σουσουδισμός δεν είναι προνόμιο μόνο του Ευ. Βενιζέλου: μερίδιο διεκδικούν και οι ΔΟΛιοι πάτρωνές του, και μάλιστα ο πρωτομάστορας Σταύρος Ψυχάρης:
4. Σταύρος Ψυχάρης, κύριο άρθρο με τίτλο «Το Ανεξήγητο», Το Βήμα 31 Αυγούστου 2008: «Η δημοσκόπηση που δημοσιεύει σήμερα «Το Βήμα» δεν υποδεικνύει τον νικητή των επόμενων, οψέποτε διεξαχθούν, βουλευτικών εκλογών».
Το οψέποτε δίνει κάποτε λαβές και σε (παραλίγο) γλωσσικές συζητήσεις μεταξύ υπουργού και πολιτικών συντακτών:
5. Ενημέρωση των πολιτικών συντακτών και των ανταποκριτών ξένου τύπου από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο (τον αχτύπητο Θοδωρή), 23 Οκτωβρίου 2007:
«ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ …Και ελπίζω οψέποτε οι Έλληνες πολίτες αποφασίσουν να έχουν άλλη κυβέρνηση να το ακολουθήσει ως παράδειγμα και η επόμενη κυβέρνηση.
ΚΑΚΑΛΗΣ: Αυτό το «οψέποτε» τι σημαίνει;
ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ: «Οψέποτε», σημαίνει ότι μπορεί να μας εκλέξουν για πολλές τετραετίες ακόμη.»
«Να’το», είπα από μέσα μου, «ο Κακαλής κάνει πάσα στον Θοδωρή· αυτός σίγουρα θα μας διαφωτίσει για τη σημασία και τη σωστή χρήση του οψέποτε. Φοιτητής του Ανοιχτού Πανεπιστημίου είναι το παιδί, έχει και πνευματικό στη Μονή Βατοπεδίου, κάτι παραπάνω θα ξέρει.» Αμ δε…
Δυστυχώς κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά, κι έτσι στη διακριτική γοητεία τού οψέποτε υπέκυψε και ο συνήθως προσεχτικός Δημοσθένης Κούρτοβικ:
6. Δ. Κούρτοβικ, «Προς έναν αγανακτισμένο εστέτ» Τα Νέα 3 Μαΐου 2008: «στον Λουκή Λάρα του Βικέλα ο νεαρός Λουκής, με ένα ραβασάκι του προύχοντα Μαυρογένη στην τσέπη, πηγαίνει στις Σπέτσες και εξασφαλίζει τη θέση γραφέα οψέποτε απελευθερωθεί η Ελλάδα».
Αφού μέχρι και ο Κούρτοβικ χρησιμοποιεί το οψέποτε σαν συνώνυμο του οποτεδήποτε, θα ήταν υπέρμετρη αυστηρότητα να κατηγορήσει κανείς για ελλιπή ελληνομάθεια έναν απλό δημοσιογράφο, τον Κώστα Τσουπαρόπουλο:
7. Κ. Τσουπαρόπουλος, «Μείωση αφορολογήτου αντί για αντικειμενικά» Ελευθεροτυπία 9 Αυγούστου 2008: «Οι εκλογικές ανάγκες –οψέποτε γίνουν οι εκλογές– θα πρέπει να συνδυαστούν με τις ανάγκες των Βρυξελλών.»
Το καλύτερο το κράτησα, όπως συνήθως, για το τέλος: πρόκειται για απόσπασμα ομιλίας του μοναδικού, του ανεπανάληπτου, του αγαπημένου σας Στέλιου Παπαθεμελή, όπου το οψέποτε φιγουράρει φαρδύ πλατύ, μαζί βέβαια με άλλα μαργαριτάρια:
8. Στ. Παπαθεμελής, «Ο Ευρωπαίος ως πολίτης του κόσμου και η βιβλική παράδοση
για τον άνθρωπο και την Οικουμένη» (Εισήγηση που εκφωνήθηκε την Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2007 στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο στα πλαίσια του Διεθνούς Συνεδρίου «Η Αγία Γραφή και ο σύγχρονος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός»): «Πολιτικά ήδη 27 χώρες της με άθροισμα άνω των 500 εκατομμυρίων πολιτών συγκροτούν την Ε.Ε. η οποία είναι προσανατολισμένη πλην με παλινδρομικές κινήσεις στην κατεύθυνση μιας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης οψέποτε οι ηγεσίες της προτάξουν την εμβάθηση αντί της διεύρυνσης.» (Προσέξτε κι εκείνο το εμβάθηση, έ; Ο καλός ο ελληνολάτρης όλα τ’ αλέθει.)
Τα παραδείγματα 1 ώς 5 με έκαναν αρχικά να σκεφτώ πως το οψέποτε είναι ίσως μία από κείνες τις συνθηματικές λέξεις που χρησιμοποιούν οι ταγοί της γλωσσικής και πολιτικής συντήρησης (Μπαμπινιώτης, Γιανναράς, Ψυχάρης και βάλε), για να αναγνωρίζονται συναμετάξυ τους, αλλά και για να δίνουν γνωριμία στο πολυπληθές και εκλεκτό ακροατήριό τους. Βλέποντας όμως ότι η κατάχρηση του οψέποτε έχει επεκταθεί και έξω από τους κύκλους αυτούς (βλ. παραδείγματα 6 και 7), τείνω να υποθέσω πως έχουμε να κάνουμε, για άλλη μια φορά, με τρανταχτό δείγμα γλωσσικού ακκισμού ή καλύτερα σουσουδισμού, που τον γέννησε και τον υπέθαλψε, πιθανώς, το Λεξικό Μπαμπινιώτη, αλλά τον έθρεψε και τον θέριεψε ο συνδυασμός γλωσσικής ακηδίας και γλωσσικής επιδειξιμανίας των νεοελλήνων. Τι λέτε κι εσείς, συνέλληνες;
Υστερόγραφο πρώτο: Έχω ένα τελευταίο σχόλιο για το λήμμα οψέποτε του Λεξικού Μπαμπινιώτη. Ποιος φυσιολογικός άνθρωπος, αν είναι στα σύγκαλά του, θα πει ποτέ «οψέποτε με χρειαστείς, θα είμαι στη διάθεσή σου;» Τι άλλο θ’ ακούσουμε πια;
Υστερόγραφο δεύτερο: Παίρνω το ελεύθερο να μεταγράψω εδώ ολόκληρο το σχόλιο που άφησε ο Νίκος Σαραντάκος. Το βρίσκω ουσιωδέστατο και νομίζω ότι θα ήταν κρίμα να μείνει καταχωνιασμένο στην κρυψώνα με τα comments.
«Απολαυστικό και όπως πάντα πολύ εύστοχο. Συμφωνώ απόλυτα, αλλά να μου επιτρέψεις καναδυό παρατηρήσεις.
Η πρώτη, για το πότε μαρτυρείται η λέξη. Από το 1639 λέει ο Μπαμπινιώτης, αλλά εγώ τη βρίσκω στο TLG τρεις φορές, σε κείμενα πατέρων της εκκλησίας (Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Σωκράτης Σχολαστικός, Χρυσόστομος)
Πολύ πιο συχνή είναι στην αρχαία γραμματεία η γραφή «οψέ ποτε» (ωχ! δίνω ιδέες στους σχιζολέκτες) που έχει πολλές δεκάδες ανευρέσεις. Ο Ησύχιος τη λημματογραφεί: οψέ ποτε = μετά χρόνον ποτε, επ’ εσχάτων.
Και κάτι ακόμα για το υστερόγραφο. Πράγματι, παραδειγματική η φράση του Μπαμπινιώτη δεν είναι αποδελτίωση από κόρπους αλλά κατασκευασμένη. Ή μάλλον, μετασκευασμένη. Στο λεξικό Σταματάκου, στο λήμμα οψέποτε που εξηγείται σωστά «κάποτε στο μέλλον», υπάρχει η φράση «Αν οψέποτε με χρειασθείς, είμαι εις την διάθεσίν σου» που είναι κατασκευασμένη ίσως αλλά πάντως σωστή. Προφανώς, στην αντιγραφή, ο συντάκτης του λεξικού Μπαμπινιώτη έκρινε καλό να πειράξει λίγο τη φράση για να μην κατηγορηθεί ότι την αντιγράφει αυτούσια, κι έτσι έφαγε το «αν», ίσως θεωρώντας το περιττό.»
Όπως βλέπετε, ο Σαραντάκος έβγαλε λαβράκι: εκτός από ασυνεπές και αλλοπρόσαλλο, το λήμμα οψέποτε του Λεξικού Μπαμπινιώτη είναι και προϊόν λογοκλοπίας και λαθροχειρίας.