1. Γ. Μπαμπινιώτης, «Γλωσσικές παραχαράξεις: η «Μακεδονική» των Σκοπίων και τα περί σλαβομακεδονικής μειονότητας», Το Βήμα 3 Αυγούστου 2008: «…για να προβούν σε πιθανές διεκδικήσεις οψέποτε θα δινόταν ευκαιρία αλλαγής των συνόρων στα Βαλκάνια.»
Συνεχίζω με τον συνήθη ύποπτο Γιανναρά:
2. Χ. Γιανναράς, «Ποιος ορίζει το μέλλον της χώρας;», Η Καθημερινή, 15 Απριλίου 2007: «Κατόρθωμα εξόφθαλμο της κυβερνητικής πολιτικής: Ενα βιβλίο Ιστορίας του Δημοτικού Σχολείου μεταβάλλει τις προσεχείς εκλογές, οψέποτε πραγματοποιηθούν, σε δημοψήφισμα.»
Από τον χορό του γλωσσικού ακκισμού δεν θα μπορούσε βέβαια να λείπει ο Ευάγγελος Βενιζέλος:
3. Συνέντευξη του Ευάγγελου Βενιζέλου στον Σταύρο Θεοδωράκη, Το Βήμα 2 Δεκεμβρίου 2001: «Αν αναφέρεστε πάντως στο μέλλον του ΠαΣοΚ ή στο κλασικό ζήτημα της διαδοχής οψέποτε τεθεί…»
Τα χάι κλας ελληνικά του κ. Βενιζέλου θάμπωσαν, φαίνεται, τον Στ. Θεοδωράκη, ο οποίος σπεύδει στη διάρκεια της ίδιας συνέντευξης να τον μιμηθεί «Ποιος θα διαδεχθεί τον Κώστα Σημίτη οψέποτε τεθεί ζήτημα;»
Ο γλωσσικός σουσουδισμός δεν είναι προνόμιο μόνο του Ευ. Βενιζέλου: μερίδιο διεκδικούν και οι ΔΟΛιοι πάτρωνές του, και μάλιστα ο πρωτομάστορας Σταύρος Ψυχάρης:
4. Σταύρος Ψυχάρης, κύριο άρθρο με τίτλο «Το Ανεξήγητο», Το Βήμα 31 Αυγούστου 2008: «Η δημοσκόπηση που δημοσιεύει σήμερα «Το Βήμα» δεν υποδεικνύει τον νικητή των επόμενων, οψέποτε διεξαχθούν, βουλευτικών εκλογών».
Το οψέποτε δίνει κάποτε λαβές και σε (παραλίγο) γλωσσικές συζητήσεις μεταξύ υπουργού και πολιτικών συντακτών:
5. Ενημέρωση των πολιτικών συντακτών και των ανταποκριτών ξένου τύπου από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο (τον αχτύπητο Θοδωρή), 23 Οκτωβρίου 2007:
«ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ …Και ελπίζω οψέποτε οι Έλληνες πολίτες αποφασίσουν να έχουν άλλη κυβέρνηση να το ακολουθήσει ως παράδειγμα και η επόμενη κυβέρνηση.
ΚΑΚΑΛΗΣ: Αυτό το «οψέποτε» τι σημαίνει;
ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ: «Οψέποτε», σημαίνει ότι μπορεί να μας εκλέξουν για πολλές τετραετίες ακόμη.»
«Να’το», είπα από μέσα μου, «ο Κακαλής κάνει πάσα στον Θοδωρή· αυτός σίγουρα θα μας διαφωτίσει για τη σημασία και τη σωστή χρήση του οψέποτε. Φοιτητής του Ανοιχτού Πανεπιστημίου είναι το παιδί, έχει και πνευματικό στη Μονή Βατοπεδίου, κάτι παραπάνω θα ξέρει.» Αμ δε…
Δυστυχώς κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά, κι έτσι στη διακριτική γοητεία τού οψέποτε υπέκυψε και ο συνήθως προσεχτικός Δημοσθένης Κούρτοβικ:
6. Δ. Κούρτοβικ, «Προς έναν αγανακτισμένο εστέτ» Τα Νέα 3 Μαΐου 2008: «στον Λουκή Λάρα του Βικέλα ο νεαρός Λουκής, με ένα ραβασάκι του προύχοντα Μαυρογένη στην τσέπη, πηγαίνει στις Σπέτσες και εξασφαλίζει τη θέση γραφέα οψέποτε απελευθερωθεί η Ελλάδα».
Αφού μέχρι και ο Κούρτοβικ χρησιμοποιεί το οψέποτε σαν συνώνυμο του οποτεδήποτε, θα ήταν υπέρμετρη αυστηρότητα να κατηγορήσει κανείς για ελλιπή ελληνομάθεια έναν απλό δημοσιογράφο, τον Κώστα Τσουπαρόπουλο:
7. Κ. Τσουπαρόπουλος, «Μείωση αφορολογήτου αντί για αντικειμενικά» Ελευθεροτυπία 9 Αυγούστου 2008: «Οι εκλογικές ανάγκες –οψέποτε γίνουν οι εκλογές– θα πρέπει να συνδυαστούν με τις ανάγκες των Βρυξελλών.»
Το καλύτερο το κράτησα, όπως συνήθως, για το τέλος: πρόκειται για απόσπασμα ομιλίας του μοναδικού, του ανεπανάληπτου, του αγαπημένου σας Στέλιου Παπαθεμελή, όπου το οψέποτε φιγουράρει φαρδύ πλατύ, μαζί βέβαια με άλλα μαργαριτάρια:
8. Στ. Παπαθεμελής, «Ο Ευρωπαίος ως πολίτης του κόσμου και η βιβλική παράδοση
για τον άνθρωπο και την Οικουμένη» (Εισήγηση που εκφωνήθηκε την Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2007 στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο στα πλαίσια του Διεθνούς Συνεδρίου «Η Αγία Γραφή και ο σύγχρονος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός»): «Πολιτικά ήδη 27 χώρες της με άθροισμα άνω των 500 εκατομμυρίων πολιτών συγκροτούν την Ε.Ε. η οποία είναι προσανατολισμένη πλην με παλινδρομικές κινήσεις στην κατεύθυνση μιας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης οψέποτε οι ηγεσίες της προτάξουν την εμβάθηση αντί της διεύρυνσης.» (Προσέξτε κι εκείνο το εμβάθηση, έ; Ο καλός ο ελληνολάτρης όλα τ’ αλέθει.)
Τα παραδείγματα 1 ώς 5 με έκαναν αρχικά να σκεφτώ πως το οψέποτε είναι ίσως μία από κείνες τις συνθηματικές λέξεις που χρησιμοποιούν οι ταγοί της γλωσσικής και πολιτικής συντήρησης (Μπαμπινιώτης, Γιανναράς, Ψυχάρης και βάλε), για να αναγνωρίζονται συναμετάξυ τους, αλλά και για να δίνουν γνωριμία στο πολυπληθές και εκλεκτό ακροατήριό τους. Βλέποντας όμως ότι η κατάχρηση του οψέποτε έχει επεκταθεί και έξω από τους κύκλους αυτούς (βλ. παραδείγματα 6 και 7), τείνω να υποθέσω πως έχουμε να κάνουμε, για άλλη μια φορά, με τρανταχτό δείγμα γλωσσικού ακκισμού ή καλύτερα σουσουδισμού, που τον γέννησε και τον υπέθαλψε, πιθανώς, το Λεξικό Μπαμπινιώτη, αλλά τον έθρεψε και τον θέριεψε ο συνδυασμός γλωσσικής ακηδίας και γλωσσικής επιδειξιμανίας των νεοελλήνων. Τι λέτε κι εσείς, συνέλληνες;
Υστερόγραφο πρώτο: Έχω ένα τελευταίο σχόλιο για το λήμμα οψέποτε του Λεξικού Μπαμπινιώτη. Ποιος φυσιολογικός άνθρωπος, αν είναι στα σύγκαλά του, θα πει ποτέ «οψέποτε με χρειαστείς, θα είμαι στη διάθεσή σου;» Τι άλλο θ’ ακούσουμε πια;
Υστερόγραφο δεύτερο: Παίρνω το ελεύθερο να μεταγράψω εδώ ολόκληρο το σχόλιο που άφησε ο Νίκος Σαραντάκος. Το βρίσκω ουσιωδέστατο και νομίζω ότι θα ήταν κρίμα να μείνει καταχωνιασμένο στην κρυψώνα με τα comments.
«Απολαυστικό και όπως πάντα πολύ εύστοχο. Συμφωνώ απόλυτα, αλλά να μου επιτρέψεις καναδυό παρατηρήσεις.
Η πρώτη, για το πότε μαρτυρείται η λέξη. Από το 1639 λέει ο Μπαμπινιώτης, αλλά εγώ τη βρίσκω στο TLG τρεις φορές, σε κείμενα πατέρων της εκκλησίας (Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Σωκράτης Σχολαστικός, Χρυσόστομος)
Πολύ πιο συχνή είναι στην αρχαία γραμματεία η γραφή «οψέ ποτε» (ωχ! δίνω ιδέες στους σχιζολέκτες) που έχει πολλές δεκάδες ανευρέσεις. Ο Ησύχιος τη λημματογραφεί: οψέ ποτε = μετά χρόνον ποτε, επ’ εσχάτων.
Και κάτι ακόμα για το υστερόγραφο. Πράγματι, παραδειγματική η φράση του Μπαμπινιώτη δεν είναι αποδελτίωση από κόρπους αλλά κατασκευασμένη. Ή μάλλον, μετασκευασμένη. Στο λεξικό Σταματάκου, στο λήμμα οψέποτε που εξηγείται σωστά «κάποτε στο μέλλον», υπάρχει η φράση «Αν οψέποτε με χρειασθείς, είμαι εις την διάθεσίν σου» που είναι κατασκευασμένη ίσως αλλά πάντως σωστή. Προφανώς, στην αντιγραφή, ο συντάκτης του λεξικού Μπαμπινιώτη έκρινε καλό να πειράξει λίγο τη φράση για να μην κατηγορηθεί ότι την αντιγράφει αυτούσια, κι έτσι έφαγε το «αν», ίσως θεωρώντας το περιττό.»
Όπως βλέπετε, ο Σαραντάκος έβγαλε λαβράκι: εκτός από ασυνεπές και αλλοπρόσαλλο, το λήμμα οψέποτε του Λεξικού Μπαμπινιώτη είναι και προϊόν λογοκλοπίας και λαθροχειρίας.
Απολαυστικό και όπως πάντα πολύ εύστοχο. Συμφωνώ απόλυτα, αλλά να μου επιτρέψεις καναδυο παρατηρήσεις.
Η πρώτη, για το πότε μαρτυρείται η λέξη. Από το 1639 λέει ο Μπαμπινιώτης, αλλά εγώ τη βρίσκω στο TLG τρεις φορές, σε κείμενα πατέρων της εκκλησίας (Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Σωκράτης Σχολαστικός, Χρυσόστομος)
Πολύ πιο συχνή είναι στην αρχαία γραμματεία η γραφή «οψέ ποτε» (ωχ! δίνω ιδέες στους σχιζολέκτες) που έχει πολλές δεκάδες ανευρέσεις. Ο Ησύχιος τη λημματογραφεί: οψέ ποτε = μετά χρόνον ποτε, επ’ εσχάτων.
Και κάτι ακόμα για το υστερόγραφο. Πράγματι, παραδειγματική η φράση του Μπαμπινιώτη δεν είναι αποδελτίωση από κόρπους αλλά κατασκευασμένη. Ή μάλλον, μετασκευασμένη. Στο λεξικό Σταματάκου, στο λήμμα οψέποτε που εξηγείται σωστά «κάποτε στο μέλλον», υπάρχει η φράση «Αν οψέποτε με χρειασθείς, είμαι εις την διάθεσίν σου» που είναι κατασκευασμένη ίσως αλλά πάντως σωστή. Προφανώς, στην αντιγραφή, ο συντάκτης του λεξικού Μπαμπινιώτη έκρινε καλό να πειράξει λίγο τη φράση για να μην κατηγορηθεί ότι την αντιγράφει αυτούσια, κι έτσι έφαγε το «αν», ίσως θεωρώντας το περιττό.
Απολαυστικό και όπως πάντα πολύ εύστοχο. Συμφωνώ απόλυτα, αλλά να μου επιτρέψεις καναδυο παρατηρήσεις.
Η πρώτη, για το πότε μαρτυρείται η λέξη. Από το 1639 λέει ο Μπαμπινιώτης, αλλά εγώ τη βρίσκω στο TLG τρεις φορές, σε κείμενα πατέρων της εκκλησίας (Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Σωκράτης Σχολαστικός, Χρυσόστομος)
Πολύ πιο συχνή είναι στην αρχαία γραμματεία η γραφή «οψέ ποτε» (ωχ! δίνω ιδέες στους σχιζολέκτες) που έχει πολλές δεκάδες ανευρέσεις. Ο Ησύχιος τη λημματογραφεί: οψέ ποτε = μετά χρόνον ποτε, επ’ εσχάτων.
Και κάτι ακόμα για το υστερόγραφο. Πράγματι, παραδειγματική η φράση του Μπαμπινιώτη δεν είναι αποδελτίωση από κόρπους αλλά κατασκευασμένη. Ή μάλλον, μετασκευασμένη. Στο λεξικό Σταματάκου, στο λήμμα οψέποτε που εξηγείται σωστά «κάποτε στο μέλλον», υπάρχει η φράση «Αν οψέποτε με χρειασθείς, είμαι εις την διάθεσίν σου» που είναι κατασκευασμένη ίσως αλλά πάντως σωστή. Προφανώς, στην αντιγραφή, ο συντάκτης του λεξικού Μπαμπινιώτη έκρινε καλό να πειράξει λίγο τη φράση για να μην κατηγορηθεί ότι την αντιγράφει αυτούσια, κι έτσι έφαγε το «αν», ίσως θεωρώντας το περιττό.
Έμεινα ενεός. Τη λέξη ‘οψέποτε’ δεν την είχα ξανακούσει πριν διαβάσω το ποστάκι σου…
@Νίκο Σαραντάκο: θερμές ευχαριστίες για τις υποδείξεις. Ήθελα κι εγώ να δω στο TLG αν το οψέ μαρτυρείται σε συνδυασμό με το ποτέ (είτε ως μία λέξη είτε ως δύο), αλλά ως συνήθως δεν βρήκα χρόνο και μετά το ξέχασα. Να’σαι καλά για τους κόπους σου. Τον Σταματάκο δεν τον έχω πρόχειρο: εσύ που τον έχεις έβγαλες πράμα που σαλεύει! Μπαίνω στον πειρασμό να κοπιάρω το σχόλιό σου και να το βάλω στο ποστ…
@Σραόσα: Παρομοίως! Πάντως η λέξη έχει πιένες τελευταία. Αν τη γουγλίσεις, θα σου βγάλει πάνω από 150 αποτελέσματα.
Είναι τόσο κωμικό το θέαμα που σκέφτομαι τον Οβελίξ να πίνει το κρασάκι του και να λέει «οψοτεποδήποτε»!
λιμπιστερή αποδελτίωση, τιπούκειτε –αλλά και τι τιπούκειτος θα ΄σουν αλλιώς; όμως μια φορά είπε κι ο Μπαμπινιώτης να μετρήσει το κριτήριο της χρήσης, κι έπεσες να τον φας τον άνθρωπο! το γκουγκλ δεν μπορεί βεβαίως να βοηθήσει εδώ, αλλά έχω την αίσθηση ότι έτσι χρησιμοποιείται το «οψέποτε» (ανατριχιαστικό, για μένα, σε κάθε περίπτωση) προμπαμπινιωτικώς
Αφού ολοκλήρωσα οψέποτε την ανάγνωση του ποστ και των σχολίων του, έμαθα επιτέλους τι σημαίνει οψέποτε. Παρακολουθώ το μπλογκ σας καιρό τώρα. Οψέποτε σας ευχαριστώ για τον κόπο σας.
@Γιάννη Χάρη: Είναι πολύ πιθανό να έχεις δίκιο — σ’ αυτό το θέμα εμπιστεύομαι το ένστικτό σου περισσότερο από τον Γούγλη. Είτε έτσι είτε αλλιώς, το Λεξικό Μπαμπινιώτη νομιμοποιεί (αν δεν εισηγείται κιόλας) μια χρήση σαφώς εσφαλμένη — εκτός από σουσουδίστικη.
@Κουκουζέλη: Καλώς ορίσατε στο φτωχικό μας, Μαΐστορα! Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. Σας διαβάζω κι εγώ από καιρό και κακώς δεν έχω το μπλογκ σας στη λίστα με τα προτεινόμενα. Θα το προσθέσω πάραυτα.
Δεν είναι μόνο μπαμπινιώτειο αστόχημα, αν πρόκειται περί τέτοιου. Και το Μείζον Ελληνικό Λεξικό (Τεγόπουλος-Φυτράκης) που χρησιμοποιώ τακτικά, μια και το έχω σε βολική ηλεκτρονική μορφή, αναφέρει
οψέ , επίρρ. μετά από πολύν καιρό | αργά το βράδυ
οψέποτε [οψέ + ποτέ] επίρρ. οποτεδήποτε στο μέλλον
Πολύ φοβάμαι πάντως πως το ποστ αυτό απλώς θα διαδώσει τη λέξη περαιτέρω. Ήδη αυξήσατε δραματικά τον αριθμό ανεύρεσης του λήμματος στο google, Τιπούκειτε, και βάζω στοίχημα πως πολλοί αναγνώστες σας (εγώ σίγουρα) θα την προβάρουν όχι οψέποτε αλλά οσονούπω, αύριο κιόλας, καταπλήσσοντας τα πλήθη. Ήδη τη δοκίμασα στον ανύποπτο σύζυγο, που παρεμπιπτόντως επίσης πίστευε πως σημαίνει οποτεδήποτε.
Δεν είναι μόνο μπαμπινιώτειο αστόχημα, αν πρόκειται περί τέτοιου. Και το Μείζον Ελληνικό Λεξικό (Τεγόπουλος-Φυτράκης) που χρησιμοποιώ τακτικά, μια και το έχω σε βολική ηλεκτρονική μορφή, αναφέρει
οψέ , επίρρ. μετά από πολύν καιρό | αργά το βράδυ
οψέποτε [οψέ + ποτέ] επίρρ. οποτεδήποτε στο μέλλον
Πολύ φοβάμαι πάντως πως το ποστ αυτό απλώς θα διαδώσει τη λέξη περαιτέρω. Ήδη αυξήσατε δραματικά τον αριθμό ανεύρεσης του λήμματος στο google, Τιπούκειτε, και βάζω στοίχημα πως πολλοί αναγνώστες σας (εγώ σίγουρα) θα την προβάρουν όχι οψέποτε αλλά οσονούπω, αύριο κιόλας, καταπλήσσοντας τα πλήθη. Ήδη τη δοκίμασα στον ανύποπτο σύζυγο, που παρεμπιπτόντως επίσης πίστευε πως σημαίνει οποτεδήποτε.
Αγαπητή helion,
Είναι αλήθεια ότι το ερμήνευμα του ΜΕΛ (Τεγόπουλου-Φυτράκη) αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες, αλλά ίσως να πρόκειται απλώς για κακή διατύπωση. Ενδέχεται δηλαδή το «οποτεδήποτε στο μέλλον» να προοριζόταν ως ερμήνευμα επιρρήματος (=κάποτε στο μέλλον, ή κάτι τέτοιο τελοσπάντων), αφού το οποτεδήποτε πράγματι χρησιμοποιείται ΚΑΙ ως επίρρημα. Αλλά βέβαια δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος.
Για το ότι αυξήθηκαν οι ανευρέσεις τού οψέποτε στον Γούγλη δεν φταίω εγώ, αλλά μάλλον ο φίλτατος Σραόσα που πήγε και με μπάζωσε (=μου έβαλε λίνκι στο buzz). Πάντως μπορείτε είστε σίγουρη ότι όσοι χρησιμοποιούν το οψέποτε σαν χρονικό σύνδεσμο («οψέποτε έχεις λίγο χρόνο, ρίξε μου ένα τηλεφωνάκι»), διαπράττουν αμάρτημα γραμματικοσυντακτικό και υφολογικό. Το αν ο πρώτος διδάξας είναι ο Μπαμπινιώτης, ο Τεγόπουλος ή άλλος τις λίγη σημασία έχει.
Αγαπητέ κύριε Τιπούκειτε!
Εγώ θυμάμαι από τα μαθητικά μου χρόνια (δεκαετία ’70) το οψέποτε, συνήθως σε εθνοπατριωτικά κείμενα και θαρρώ ότι είχε αρνητική χροιά, δηλαδή «αν κάποτε – μακάρι ποτέ – …».
Η παρέλευση των ετών δεν μού επιτρέπει να ανασύρω αυθεντικό παράδειγμα, αλλά κατασκεύασα ένα:
Βρισκόμαστε το 1940 σε μοναστήρι και ένας μοναχός λέει σε άλλον:
«Ακάκιε, οψέποτε πατήσουν οι Ιταλοί την μονή, τουλάχιστον να φέρουν μακαρόνια Misco».
Σχετικά με το revival παλαιών λέξεων γιατί είστε τόσο αρνητικός;
Θυμηθείτε το ημιεξαφανισμένο «οσονούπω» που ξέθαψε ο Λαζόπουλος και τώρα έχει γίνει κτήμα κάθε Ελληνόπουλου και Ελληνοπούλας! Είναι αναμενόμενο ότι θα προκύψουν και αποτυχίες, αλλά δεν είναι αναφανδόν κακό per se. Όπως ας πούμε όταν υιοθετούμε μια φορά το χρόνο μία ξένη λέξη…
Idom
Αγαπητέ/-ή idom: Πολύ καλό το παράδειγμα με τον Ακάκιο, αλλά αυτό που λέτε για την αντίθεσή μου στο ριβάιβαλ παλιών λέξεων είναι ελαφρώς απλουστευτικό.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι το οψέποτε είναι σουσουδίστικο και κραυγαλέο («κοιτάχτε, καλέ, ξέρω και ελληνικά!»), αλλά δεν είναι αυτό το πρόβλημά μου. Το πρόβλημά μου είναι το σχετικό ερμήνευμα του Λεξικού Μπαμπινιώτη: από τη μιά λέει πως το οψέποτε είναι επίρρημα κι από την άλλη κοτσάρει φαρδιά πλατιά δύο παραδείγματα, στα οποία το οψέποτε χρησιμοποιείται σαν σύνδεσμος. Δεν θα έπρεπε να μας ειδοποιήσει ότι η χρήση αυτή είναι, αν όχι λαθεμένη (όπως επιμένω εγώ), τουλάχιστον συζητήσιμη ή εν πάση περιπτώσει πρόσφατη (σχετικά) και όχι εντελώς δόκιμη;
Για το οσονούπω τώρα, έχω την εντύπωση ότι οι πιτσιρικάδες το χρησιμοποιούν για πλάκα. Τι λέτε κι εσείς;
Σευχαριστώ, ω Τιπούκειτε, που με θεωρείς ακόμα πιτσιρικά -εγώ το οσονούπω το χρησιμοποιώ για πλάκα και το χρησιμοποιούσα έτσι πριν ακόμα το πει ο Λαζόπουλος. Μάλιστα, συνήθως το λέω «ουσουνούπου» -κι έτσι καλύπτω ένα μέγιστο κενό εθνικής σημασίας. Εννοώ το γνωστό γλωσσικό ευφυολόγημα για την ελληνική λέξη με ένα ου (γρουν), με δύο (ούζου), με τρία (κούτσουρου) και με πέντε (μουστουκούλουρου). Από τη σειρά έλειπαν τα τέσσερα ου, και τώρα το ουσουνούπου καλύπτει το κενό.
@Νίκο Σαραντάκο: Ξέχασες του μούσμουλου (τρία ου). Αν μάλιστα φτιάχνουνε πουθενά και κουλούρια με μούσμουλα, τότε προκύπτει και το μουσμουλουκούλουρου (έξι ου).
Αγαπητέ Τιπούκειτε!
Για την κριτική σας στο «Μπαμπινιώτειο» συμφωνούσα με «κλειστά τα μάτια». Το λέω αυτό επειδή είμαι σκράπας στη γραμματική στο συντακτικό (ΚΕ στιν Ωρθογραφεια) οπότε πιθανότερο είναι να πάει ο Μπαμπ εθελοντής για τη διάσωση τής Σιβηριανής πέρκας παρά εγώ να ξεχωρίσω το επίρρημα από τον σύνδεσμο, αλλά επειδή:
α) με τις γνώσεις ΜΟΥ έχω πιάσει λάθη, πολλές αυθαιρεσίες και γενικά κλίμα θιάσου ποικιλιών στο λεξικό,
β) καθώς διαβάζω το blog σας έχετε κερδίσει την εμπιστοσύνη μου,
σας εμπιστεύομαι σε τέτοιου είδους κρίσεις με «κλειστά μάτια»!
Για αυτό ακριβώς ΔΕΝ αναφέρθηκα στο λήμμα όπως το παρουσίασε ο Μπαμπ. Καλά κάνατε και τον κράξατε για το λάθος του.
Για τις νεκραναστήσεις παλαιών λέξεων είμαι δίβουλος, αλλά μάλλον διαφωνώ μαζί σας. Θεωρητικά, η γλώσσα μας είναι μια χαρά και δεν χρειάζεται ούτε ενισχύσεις από τα παλαιότερα ελληνικά λεξιλόγια ούτε από τα αλλοδαπά (εκτός από τους νέους τεχνικούς όρους, για τους οποίους πρέπει να εφευρίσκουμε λέξεις). Ωστόσό, όπως κάποιος βαριέται την δουλειά του, τους φίλους του, το αγαπημένο φαγητό κ.λπ. και που και που ζητάει νέες συγκινήσεις, έτσι μπορεί να τον εξιτάρει πνευματικά και κάποια «νέα» λέξη. Αυτό θεωρώ ότι είναι ΚΑΛΟ.
Εντάξει, το πιάνω στον αέρα ότι το οψέποτε είναι κραυγαλέο και υπερβολικό (και ουσιαστικά άχρηστο). Ένα μεγάλο λεξικό ωστόσο πρέπει να το συμπεριλάβει αφού η λέξη έχει χρησιμοποιηθεί στην νεότερη λογοτεχνία (και αρκετές φορές μάλιστα). Αν κάποιοι στάθηκαν μαϊμούδες, Σουσούδες etc, στην προκειμένη περίπτωση, είναι οι διάφοροι που το χρησιμοποίησαν – όπως τους αναφέρατε – ντεμέκ άνετα για να πέσει κάτω θαυμαστόπληκτο* το πόπολο.
Γενικότερα όμως πάντα κάποιος που εισάγει καινό δαιμόνιο ή καινή λέξη μπορεί να κατηγορηθεί για κακής ποιότητας ελιτισμό. Συχνά όμως η κατηγορία είναι λανθασμένη και αντιδραστική.
Δεν υπάρχει στάνταρ κανόνας. Το θέμα κρίνεται κατά περίπτωση (φρονώ εγώ τουλάχιστον).
Σχετικά με το οσονούπω ξεκίνησε σαν πλάκα, αλλά σιγά σιγά αφομοιώνεται. Δεν ξέρω «αυτήν τη στιγμή», με ποια χροιά χρήσιμοποιείται από νιους και γέρους αλλά κάποια στιγμή μπορεί να δούμε ότι ήρθε για να μείνει. Γενικά μετά την παρέλευση μίας γενιάς ουδέν λάθος αναγνωρίζεται.
Idom
* Θα χρησιμοποιούσα τη λέξη «ενεό» αλλά θα με λέγατε μαϊμού, Σουσού κ.λπ.. Οπότε έφτιαξα δική μου! 🙂
Επίσης, είμαι άντρας 100% με πιστοποιημένο ντϊενέι, με μουστάκες ἰσαμε το πάτωμα και για σιγουριά μένω άπλυτος τουλάχιστον 4 φορές την εβδομάδα! :-))
Αγαπητέ Τιπούκειτε!
Για την κριτική σας στο «Μπαμπινιώτειο» συμφωνούσα με «κλειστά τα μάτια». Το λέω αυτό επειδή είμαι σκράπας στη γραμματική στο συντακτικό (ΚΕ στιν Ωρθογραφεια) οπότε πιθανότερο είναι να πάει ο Μπαμπ εθελοντής για τη διάσωση τής Σιβηριανής πέρκας παρά εγώ να ξεχωρίσω το επίρρημα από τον σύνδεσμο, αλλά επειδή:
α) με τις γνώσεις ΜΟΥ έχω πιάσει λάθη, πολλές αυθαιρεσίες και γενικά κλίμα θιάσου ποικιλιών στο λεξικό,
β) καθώς διαβάζω το blog σας έχετε κερδίσει την εμπιστοσύνη μου,
σας εμπιστεύομαι σε τέτοιου είδους κρίσεις με «κλειστά μάτια»!
Για αυτό ακριβώς ΔΕΝ αναφέρθηκα στο λήμμα όπως το παρουσίασε ο Μπαμπ. Καλά κάνατε και τον κράξατε για το λάθος του.
Για τις νεκραναστήσεις παλαιών λέξεων είμαι δίβουλος, αλλά μάλλον διαφωνώ μαζί σας. Θεωρητικά, η γλώσσα μας είναι μια χαρά και δεν χρειάζεται ούτε ενισχύσεις από τα παλαιότερα ελληνικά λεξιλόγια ούτε από τα αλλοδαπά (εκτός από τους νέους τεχνικούς όρους, για τους οποίους πρέπει να εφευρίσκουμε λέξεις). Ωστόσό, όπως κάποιος βαριέται την δουλειά του, τους φίλους του, το αγαπημένο φαγητό κ.λπ. και που και που ζητάει νέες συγκινήσεις, έτσι μπορεί να τον εξιτάρει πνευματικά και κάποια «νέα» λέξη. Αυτό θεωρώ ότι είναι ΚΑΛΟ.
Εντάξει, το πιάνω στον αέρα ότι το οψέποτε είναι κραυγαλέο και υπερβολικό (και ουσιαστικά άχρηστο). Ένα μεγάλο λεξικό ωστόσο πρέπει να το συμπεριλάβει αφού η λέξη έχει χρησιμοποιηθεί στην νεότερη λογοτεχνία (και αρκετές φορές μάλιστα). Αν κάποιοι στάθηκαν μαϊμούδες, Σουσούδες etc, στην προκειμένη περίπτωση, είναι οι διάφοροι που το χρησιμοποίησαν – όπως τους αναφέρατε – ντεμέκ άνετα για να πέσει κάτω θαυμαστόπληκτο* το πόπολο.
Γενικότερα όμως πάντα κάποιος που εισάγει καινό δαιμόνιο ή καινή λέξη μπορεί να κατηγορηθεί για κακής ποιότητας ελιτισμό. Συχνά όμως η κατηγορία είναι λανθασμένη και αντιδραστική.
Δεν υπάρχει στάνταρ κανόνας. Το θέμα κρίνεται κατά περίπτωση (φρονώ εγώ τουλάχιστον).
Σχετικά με το οσονούπω ξεκίνησε σαν πλάκα, αλλά σιγά σιγά αφομοιώνεται. Δεν ξέρω «αυτήν τη στιγμή», με ποια χροιά χρήσιμοποιείται από νιους και γέρους αλλά κάποια στιγμή μπορεί να δούμε ότι ήρθε για να μείνει. Γενικά μετά την παρέλευση μίας γενιάς ουδέν λάθος αναγνωρίζεται.
Idom
* Θα χρησιμοποιούσα τη λέξη «ενεό» αλλά θα με λέγατε μαϊμού, Σουσού κ.λπ.. Οπότε έφτιαξα δική μου! 🙂
Επίσης, είμαι άντρας 100% με πιστοποιημένο ντϊενέι, με μουστάκες ἰσαμε το πάτωμα και για σιγουριά μένω άπλυτος τουλάχιστον 4 φορές την εβδομάδα! :-))
@idom: Ουδεμία αντίρρησις να συμπεριληφθεί το οψέποτε σε ένα λεξικό της νέας ελληνικής, εφόσον μάλιστα έχει χρησιμοποιηθεί σε νεοελληνικά λογοτεχνικά κείμενα (της καθαρευούσης έστω). Αλλά, όπως ξαναείπα, το λεξικό οφείλει να δώσει πρώτα την αρχική (ή τη «σωστή», αν θέλετε) σημασία του επιρρήματος, που τη βρίσκει κανείς στον Παπαδιαμάντη αλλά και αλλού ασφαλώς. Έπειτα, εφόσον το λεξικό δεν είναι ρυθμιστικό αλλά έχει κριτήριο τη χρήση (έτσι ισχυρίζεται τουλάχιστον ο επιμελητής του), θα πρέπει να δώσει και την καταχρηστική σημασία του, ειδοποιώντας όμως τον χρήστη του λεξικού ότι πρόκειται για μεταγενέστερη σημασιολογική εξέλιξη ή (αν θέλουμε να είμαστε αξιολογικοί) για κατάχρηση. Αντί γι’ αυτό, το Λεξικό Μπαμπινιώτη παραθέτει ΜΟΝΟ παραδείγματα της καταχρηστικής χρήσης τού οψέποτε, χωρίς να δίνει ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΕΝΑ παράδειγμα επιρρηματικής («σωστής») χρήσης, παρόλο που το οψέποτε χαρακτηρίζεται, σωστά, επίρρημα στο οικείο ερμήνευμα.
Τώρα για το πότε είναι αποδεκτή η επανεισαγωγή αρχαϊσμών και πότε όχι, το θέμα είναι τεράστιο. Συχνά οι αρχαϊσμοί καλύπτουν πραγματικές ανάγκες (π.χ. το εκάστοτε, το ομολογουμένως ή το ενδεχομένως, για να περιοριστώ στα επιρρήματα, μια που το’ φερε ο λόγος). Ακόμη πιο συχνά όμως νεκρανασταίνονται ελέω σουσουδισμού: το οψέποτε είναι τρανταχτό παράδειγμα, το πώποτε επίσης (που δεν ήξερα ότι είναι της μόδας), το ίδιο και το νύκτωρ, που το βλέπω συχνά πυκνά στις εφημερίδες και μου σηκώνεται η τρίχα.
Νύκτωρ!; Αυτό δεν θυμάμαι να το έχω δει. Χα, χα!…
Μέλαινα νυξ νύκτωρ εν ταις εφημερίσι!
(Σωστό;)
Idom
Σωστά τα γράφει η ανάρτηση !!
«οψέποτε» σημαίνει 1ον : «κάποτε έπειτα από πολλήν ώρα/πολύν καιρό»,
2ον : «κάποτε στο απώτερο μέλλον»,και τίποτ’ άλλο.
Άκουσα τον ελληνομαθέστατο Κώστα Ζουράρι να λέει στην τηλεόραση : «…όταν οψέποτε αποθάνει ο πατριάρχης…».
Καλημέρα! Τυχαία σας ανακάλυψα, ψάχνοντας τη λέξη «οψέποτε» που συνάντησα σε βιβλίο του Αγγ. Βλάχου – θα σας ξαναχρειαστώ γιατί σκοπεύω να διαβάσω και άλλα πολλά δικά του και δεν είμαι φιλόλογος! Το χιούμορ σας α-πο-λαυ-στι-κό-τα-το! Καλό κουράγιο σε ό,τι κάνετε!
Σας ευχαριστώ πολύ!
Στα πόσα παραδείγματα θα παραδεχθείτε όρι συντελείται γλωσσική αλλαγή κι ότι το οψέποτε πλέον έγινε χρονικός σύνδεσμος;