Πάνε πεντέμιση χρόνια, υπομονετικοί μου αναγνώστες, που σας είχα φιλέψει ένα βρομόστομο ανοσιούργημα του αγαπημένου μου Κάτουλλου. Τα ‘φερε έτσι η τύχη, και ο Κάτουλλος ξαναέγινε επίκαιρος, όχι όμως (φευ) για τον αθυρόστομο ερωτισμό του, αλλά για την αδίσταχτη πολιτική του σάτιρα.
Στο 57ο ποίημα του Corpus Catullianum, ο ποιητής μας τα βάζει με δύο επιφανείς πολιτικές και στρατιωτικές φυσιογνωμίες του καιρού του: τον Ιούλιο Καίσαρα (ναι, τον γνωστό) και τον λιγότερο γνωστό Μαμούρρα. Αυτός ανήκε στη ρωμαϊκή τάξη των ιππέων —ήταν δηλαδή πλούσιος (με εισόδημα πάνω από 50,000 δηνάριους) και με κοινωνική επιφάνεια— και καταγόταν από την παραθαλάσσια πόλη Formiae, ΝΑ της Ρώμης, προς την κατεύθυνση της Νάπολης.
Αυτός ο Μαμούρρας (αγνώστων λοιπών στοιχείων) ήταν επικεφαλής του Μηχανικού (praefectus fabrum) κατά την εκστρατεία του Καίσαρα στη Γαλατία από το 58 π.Χ. κι έπειτα. Φαίνεται πως ήταν ικανότατος μηχανικός — κατασκεύασε, για παράδειγμα, στον Ρήνο μια γέφυρα μήκους 450 μέτρων μέσα σε μόλις δέκα μέρες. Βέβαια, τους πολέμους οι Ρωμαίοι δεν τους έκαναν για την ψυχή της μάνας τους, και ο Μαμούρρας δεν ήταν εξαίρεση: από τη γαλατική εκστρατεία έγινε τόσο πλούσιος, που προκάλεσε σκάνδαλο στη Ρώμη (η βίλα του σε έναν από τους εφτά λόφους της αιωνίας πόλης ήταν διαβόητη για την εξωφρενική χλιδή της). Θα πρέπει να συμμετείχε μαζί με τον Καίσαρα και στην εισβολή της Βρετανίας το 55 π.Χ., όπου ασφαλώς θα αύξησε ακόμα περισσότερο την ήδη τεράστια προσωπική του περιουσία.
Το ντουέτο Καίσαρα και Μαμούρρα θα πρέπει λοιπόν να συζητιόταν πολύ στη Ρώμη εκεί στα μισά του πρώτου αιώνα π.Χ. Δεν θα μπορούσε βέβαια να ξεφύγει από την ανελέητη πένα του Κάτουλλου. Απολαύστε υπεύθυνα:
Catull. LVII
Pulcre convenit improbis cinaedis,
Mamurrae pathicoque Caesarique.
nec mirum: maculae pares utrisque,
urbana altera et illa Formiana,
impressae resident nec eluentur:
morbosi pariter, gemelli utrique,
uno in lecticulo erudituli ambo,
non hic quam ille magis vorax adulter,
rivales socii puellularum.
pulcre convenit improbis cinaedis.Ωραία που ταιριάξαν οι αδερφούλες
οι ξεκωλιάρες: ο Μαμούρρας και ο Καίσαρ!
Έχουνε, βλέπεις, το ίδιο σκουλαμέντο:
μόνο που κείνος τ’ άρπαξε στην πόλη,
στην εξοχή ο άλλος. Σαν σφραγίδα
τους έχει στιγματίσει κι ούτε φεύγει.
Στην ίδια αρρώστια, δίδυμοι, κι οι δυο τους,
στο ίδιο κρεβατάκι στριμωγμένοι,
γραμματιζούμενοι· κι ο ένας με τον άλλον
ποιος θα στρηνιάσει στα γεμάτα παραβγαίνουν:
συνεταιράκια, κι ανταγωνιστές για τα κορίτσια.
Ωραία που ταιριάξαν οι αδερφούλες!
Πρώτα απ’ όλα, λίγα λεξιλογικά. Στη μετάφρασή μου δεν θέλησα να αποφύγω μερικές λέξεις σπάνιες, πεπαλαιωμένες ή διαλεκτικές. Το σκουλαμέντο είναι το αφροδίσιο νόσημα, κυρίως η βλεννόρροια. Όσο για το στρηνιώ, αυτό είναι ρήμα αρχαίο, που το βρίσκουμε ήδη στους κωμωδιογράφους του 4ου αιώνα π.Χ., αλλά σήμερα επιβιώνει, όσο ξέρω, μόνο στα κυπριακά. Σημαίνει «διακατέχομαι από έντονη ερωτική επιθυμία» (εξ ου και η ενδιαφέρουσα παροιμιώδης φράση της κυπριακής: «Την ώρα που στρηνιώ να γαμηθώ, όι την ώρα πον να ποκάτσω», δηλαδή «άντρα θέλω, τώρα τόνε θέλω»).
Επιστροφή στο ανοσιούργημα τώρα. Επειδή τον Κάτουλλο τον ενδιαφέρει η άγρια σάτιρα, ο άνευ ορίων δημόσιος εξευτελισμός, δεν πολυνοιάζεται αν οι κατηγορίες που εκσφενδονίζει είναι πιστευτές ή έστω συμβατές μεταξύ τους. Έτσι, στους πρώτους στίχους ο Καίσαρ και ο Μαμούρρας είναι «αδερφούλες … ξεκωλιάρες» (cinaedi … pathico), ενώ στο τέλος του ποιήματος παρουσιάζονται, αντιφατικά, σαν «ανταγωνιστές για τα κορίτσια» (rivales … puellularum). Άλλωστε, και η ίδια η κατηγορία της ομοφυλοφιλίας μπορεί να είναι απλώς κοινός τόπος της σάτιρας και να μην έχει οποιαδήποτε σχέση με την πραγματικότητα: η στενή πολιτική σχέση των δύο και οι κοινές τους επιδιώξεις μεταφράζονται, στη γλώσσα του σκώμματος, σε στενή ερωτική σχέση. Τίποτα το περίεργο εδώ, αυτά τα πράματα είναι και σήμερα ψωμοτύρι στην επιθεώρηση. Και για ένα άλλο, πιο πρόσφατο πολιτικό ντουέτο έγραψαν οι εφημερίδες ότι από one-night stand κατέληξε σε σχέση. Πάντως, ο Μαμούρρας πρέπει να ξεχείλιζε από τεστοστερόνη, αν έχει κάποια βάση το παρατσούκλι που του κολλάει σε άλλα ποιήματά του ο Κάτουλλος: Mentula, δηλαδή Το Καυλί.
Το «σκουλαμέντο» (maculae, δηλαδή στίγματα), λέει ο Κάτουλλος, το άρπαξαν οι δύο άντρες σε διαφορετικά μέρη: στην πόλη (Ρώμη) ο Καίσαρ, στην εξοχή ο Μαμούρρας. Με το γενικόλογο «στην εξοχή» μεταφράζω το Formiana του Κάτουλλου — το οποίο βέβαια είναι υπαινιγμός στις Formiae, στον τόπο καταγωγής του Μαμούρρα. Με άλλα λόγια, τακιμιάσαν ο πρωτευουσιάνος και ο πλούσιος επαρχιώτης.
Τέλος, η πλάκα που κάνει ο Κάτουλλος με τις λογοτεχνικές φιλοδοξίες του ντουέτου («στο ίδιο κρεβατάκι στριμωγμένοι, | γραμματιζούμενοι») μπορεί και να έχει βάση στην πραγματικότητα: ο Καίσαρας είναι, βέβαια, γνωστός για τα Υπομνήματά του σχετικά με τον πόλεμο στη Γαλατία και τον ρωμαϊκό εμφύλιο. Αλλά και ο Μαμούρρας φαίνεται πως είχε βάλει χέρι στην ποίηση: στο ποίημα 105 ο Κάτουλλος τον παρουσιάζει να ανεβαίνει τον Παρνασσό, ενώ οι Μούσες προσπαθούν να τον αποδιώξουν με διχαλωτές τσουγκράνες.
Αυτά τα λίγα, λοιπόν, για τα διεφθαρμένα ντουέτα του πρώτου αιώνα π.Χ. Ας είναι καλά ο Κάτουλλος, μπορούμε κι εμείς τώρα να βγάλουμε το άχτι μας για όποιο άλλο Ντουέτο της Διαφθοράς θέλουμε.
Πολύ ωραίο άρθρο Τιπούκειτε.
Το κρητικό θυμίζω είναι συνώνυμο του στρηνιώ;
http://www.slang.gr/lemma/show/thumizo_15866
Πόσο καιρό κράτησε η συνεργασία Καίσαρα – Μαμμούρα;
Έτσι, για να ξέρουμε τι μας περιμένει δηλαδή.
Τυφλόμυγα, το «θυμίζω» πάντως δεν το ήξερα μ’ αυτή τη σημασία!
Για το πόσον καιρό κράτησε η συνεργασία, δεν νομίζω ότι ξέρουμε πολλά πράματα. Αρκετά χρονάκια, απ’ ό,τι φαίνεται…
Λοιπόν, ακούτε από αρχαία ιστορικό να μαθαίνετε τα υπόλοιπα πιπεράτα. Παρεμπιπτόντως μ’ αρέσει να λέω αυτή την ιστορία στους φοιτητές μου όταν τους κάνω μάθημα με την Κλεοπάτρα και τους χαλάω τις ρομαντικές τους φαντασιώσεις για τον Καίσαρα και το Μάρκο Αντώνιο. Ο Καίσαρας ήταν αμφιφυλόφυλος και μάλιστα την εποχή που τα είχε με την Κλεοπάτρα, τα είχε επίσης ανοιχτά και με το Νικομήδη, το βασιλιά της Βιθυνίας. Οι Ρωμαίοι λοιπόν έλεγαν για δαύτον ότι ήταν «ο άντρας για κάθε γυναίκα και η γυναίκα για κάθε άντρα». Επομένως ο Κάτουλλος, που, ειρήσθω εν παρόδω, θα ήταν τρισευτυχισμένος με τις μεταφράσεις σου διότι έτσι ακριβώς τα ‘γραφε και έτσι τα ‘θελε, αναφέρεται στα κουτσομπολιά περί Καίσαρα και μάλλον επίσης περί Μαμμούρα για τα οποία θα είχε ασφαλώς βουήξει όλη η Ρώμη.
Για να κάνω δε τους φοιτητές μου ακόμα χειρότερα, τους λέω και για το Μάρκο Αντώνιο που στα νειάτα του διετέλεσε ζιγκολό πλουσίων αρσενικότατων Ρωμαίων, οι οποίοι προώθησαν την καρριέρα του. Αν και καταγόταν από πλούσια οικογένεια, ο παπούς και ο πατέρας του, που ήταν ξακουστά κουμάσια, είχανε φάει όλα τα λεφτά και μείνανε στον άσο. Μάλιστα ο Μάρκος Αντώνιος παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο μια «κατώτερή» του προικούχο αφού καμιά άλλη πλούσια δεν δεχότανε να τον παντρευτεί. Η προικούχος ήταν κόρη ζάπλουτου απελεύθερου επιχειρηματία, ο οποίος έλπιζε έτσι να μπει στην αριστοκρατία της Ρώμης. Δυστυχώς γι’ αυτόν, ο Μάρκος Αντώνιος έφαγε την προίκα, ήταν μάλιστα και καρπερός οπότε κάνανε ένα σωρό παιδιά, και μετά την παράτησε να τραβάει τα μαλλιά της και έγινε μπουχός. Μην είδατε τον Παναή δηλαδή και μάλιστα δεν φρόντισε καθόλου για τα παιδιά του.
Συνάδελφε Λίζα, καλωσήρθες! (Αν δεν κάνω λάθος, πρέπει να σχολιάζεις για πρώτη φορά.) Ευχαριστούμε πολύ για τα επιπρόσθετα. Για τον Καίσαρα υπάρχουν πράγματι μαρτυρίες ότι ήταν αμφί, και μάλλον με ιδιαίτερη προτίμηση στα νεαρά κοριτσάκια. Δεν ξέρω αν έχει (ιστορική) σημασία, αλλά ο Κάτουλλος στον Μαμούρρα αποδίδει τον παθητικό ρόλο — τον αποκαλεί pathicus.
Όσο για τα ζιγκολίκια του Μαρκαντώνιου, αυτά τα λέει (με κατά τι λιγότερη αθυροστομία) ο Κικέρωνας στους Φιλιππικούς. Και μετά παραπονιόμαστε για το επίπεδο του δημόσιου λόγου σήμερα (γεια σου ρε Βαγγέλα!).
Σχολιάζω δεύτερη ή τρίτη φορά αν δεν κάνω λάθος. 🙂
Λίζα, γράψε λάθος! Είμαι και κάποιας ηλικίας, και η μνήμη μου έχει αρχίσει να με απατά με τον γνωστό Γερμανό γιατρό.
Ευχαριστούμε πολύ για την όμορφη ανάρτηση. 🙂
Δεν ξέρω γιατί, αλλά το βρίσκω καταπληκτικό ότι μερικές χιλιάδες χρόνια μετά υπάρχει σε αυτή τη γωνιά του πλανήτη κάποιος ο οποίος ασχολείται με την ποίηση του Κάτουλλου. Φαντάζεσαι να μπορούσε να γυρίσει κάποιος πίσω στο χρόνο και να του αποκάλυπτε ότι η ποίησή του ζει και σχολιάζεται ακόμα;
Mindkaiser, μην το λες, ο Κάτουλλος είναι πρώτη μούρη!
Έλα μωρέ, υπάρχουν ένα σωρό βαρεμένοι συνάδελφοι που ασχολούνται με τον Κάτουλλο! 😛 Τώρα τι θα λέγανε οι αρχαίοι γενικώς; Θα μας περνάγανε για τρελλούς διότι διατηρούμε μετά μανίας όλα αυτά τα ερείπια, ενώ εκείνοι θα τα είχανε κατεδαφίσει προ πολλού για να στείλουν άλλα μοντέρνα. Αυτό που θα τους άρεσε πάντως θα ήταν το ότι διαβάζουμε ακόμα τα βιβλία τους. Άλλωστε και ο Θουκυδίδης, δηλαδή ο πνευματικός μου μπαμπάς (τον οποίον φωνάζω όντως «μπαμπά»!), είπε ότι το βιβλίο του το έγραψε ως κτήμα ες αιεί ή αγώνισμα ες το παραχρήμα ακούειν. Επομένως ο ντάντυ μου τουλάχιστον περίμενε οπωσδήποτε η κορούλα του να τον διαβάζει. 😛
Διόρθωση στα παραπάνω: ήθελα να γράψω ότι «θα τα είχανε κατεδαφίσει τα ερείπια προ πολλού για να στήσουν άλλα μοντέρνα» και όχι «για να στείλουν». 🙂
Νομίζω ονειρεύομαι! 🙂
Πάντως αγαπητέ μου Τιπούκειτε, άμα θες ζωγραφίζεις και κεντάς ταυτοχρόνως. Εξαιρετική η μετάφραση και η σύνδεσή του με την επικαιρότητα. Τι να σου τάξουμε να γίνεις μια ολιά πιο ταχτικός; 🙂
Ιμμόρ, τάξε εσύ και ξά μου εμένα! 🙂
Ό,τι περνάει από το χέρι μας, χαλάλι σου! 🙂
Ιμόρ, άμα αποδειχθεί παραδόπιστος, τσοντάρω. Ο Τιπού και ο Ρογήρος είναι τα μπλογκικά απωθημένα μου. 🙂
Mindkaiser, οι καιροί είναι δύσκολοι, δεχόμεθα και επιταγάς. 🙂
Αλλά όταν λες «απωθημένα», τι ακριβώς εννοείς; 😀
Μα το εξηγεί τέλεια η Βίκι νομίζω:
«Το Εγώ δεν είναι έντονα διαχωρισμένο από το Εκείνο καθώς το χαμηλότερο μέρος του συγχωνεύεται σε αυτό… αλλά το απωθημένο συγχωνεύεται και αυτό στο Εκείνο και είναι αποκλειστικά μέρος του. Το απωθημένο διαχωρίζεται από το Εγώ από τις αντιστάσεις της απώθησης, μπορεί να επικοινωνήσει όμως με το Εγώ μέσω του Εκείνου.» (Σίγκμουντ Φρόυντ, 1923)
Εννοώ ότι θα ήθελα να διαβάζω αναρτήσεις των δυο σας αρκετά συχνότερα. 🙂
Γράψε με κι εμένα στο κλάμπ 🙂
Γεια σου, Τιπού, ακριβοθώρητε. Άργησες αλλά μας αποζημίωσες.
Να μου επιτρέψεις μια άλλη εκδοχή του lecticulum =κρεβατάκι. Ο Τρομάρας το αποδίδει καναπέ.
Άρα:
uno in lecticulo erudituli ambo το σπουδάζανε το πράμα στο ίδιο κρεβατάκι.
Άλλες φιλοδοξίες είχανε δηλαδή.
Μαρία, καλώς ξαναβρεθήκαμε! Έχεις, βέβαια, δίκιο για το lecticulum. Το διόρθωσα ήδη: πολλές ευχαριστίες.
Το lecticulum υπαινίσσεται όχι μόνο ότι είναι εραστές, αλλά και ότι είναι άρρωστοι (morbosi λέει παραπάνω).
Φταίει που το μυαλό σου ήταν στον Ελύτη, αγαπημένο του ντουέτου.
Μαρία, πολύ προχωρημένη μπηχτή αυτή για το ντουέτο! Ο έτερος της ξυνωρίδος δεν ξέρω αν είχε άμεσα πάρε δώσε με τον Ελύτη — έμμεσα όμως είχε οπωσδήποτε.
Πολύ έμμεση έως εμετική.
http://sarantakos.wordpress.com/2012/01/14/meze2012/#comment-95696
Πολύ πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση στου Σαραντ — δεν την είχα παρακολουθήσει.
Ο «καναπές» του Τρομάρα μού μυρίζει αντιγραφή από τη Loeb («sofa» λέει εκεί).
Μπράβο βρε Τιπούκειτε, εξαιρετικό, μπράβο και στη Μαρία που έβαλε το λινκ και πήρα χαμπάρι ότι έβαλες άρθρο. Θα το διαβάσω με πιο πολλή προσοχή, που ταξίζει, αλλά έχω μια διαφωνία για την ερμηνεία της (έξοχης) κυπρέικης παροιμίας («Την ώρα που στρηνιώ…») Δεν εκφράζει την ανυπομονησία του «άντρα θέλω…» αλλά πιο πολύ ότι «κάθε πράμα στον καιρό του».
Νίκο, καλώς ξαναβρεθήκαμε σ’ αυτό το μαγαζί, και σ’ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Για την ερμηνεία της κυπριακής παροιμίας αμφιταλαντευόμουνα ανάμεσα στη δική σου εκδοχή και σ’ αυτήν που τελικά έβαλα στο κείμενο. Πιθανότατα έχεις εσύ δίκιο, αλλά θα ρωτήσω και θα σου πω!
Καθυστερημένο σχόλιο για όσα αναφέρει η Λίζα σχετικά με τον Καίσαρα και τον βασιλιά Νικομήδη Δ’ της Βιθυνίας: δεν αποκλείεται να έχουμε και σ’ αυτή την περίπτωση επανάληψη σατιρικών στερεοτύπων χωρίς αντίκρυσμα στην πραγματικότητα. Δες το άρθρο του Josiah Osgood: http://repository.library.georgetown.edu/bitstream/handle/10822/551722/Osgood_Caesar_and_Nicomedes_Classical_Quarterly.pdf?sequence=1
Σαν τα χιόνια -δημιουργικός οργασμός βλέπω 😉
Δύτη, είναι να μην το πάρω απόφαση! Άντε και στα δικά σου!
Καλώς ξανάρθες!
Μας είχες λείψει… (κι ας σε διαβάζαμε σιωπηλά μερικοί – καλή ώρα εγώ)
elPre, καλωσόρισες (επισήμως)!
‘Στρηνιώ’ ή στρηνιάζω, προτάσσω ψεύτικη ερωτική αντίσταση που εντείνει την ηδονή. Πιο κοντά στο ‘τράβα με κι ας κλαίω’… Κατά τα λοιπά, Mentula mechatur.
Εξαίρετη ανάρτηση. Το pathicus να αναγνωσθεί κυριολεκτικά ή σαν σχετλιασμός;
Ο Τρομάρας ήταν, στα 1977, η πρώτη μου γνωριμία μετον Κάτουλο. Respect!
Τίτε, «στρηνιάρα» όμως δεν είναι η επί ταφροδίσια εξόχως επικατάφορος;
Est quaedam in flere voluptas. Αλλού πάει κανονικά αυτό, στο τεταρπώμεσθα γόοιο, αλλά…τεντώνεται και στο στρηνιώ,,,