Ένιωσα ευχάριστη έκπληξη όταν διαπίστωσα ότι το σχόλιό μου για το «πόσω/πόσο μάλλον», και για τις πολιτικές χρήσεις της ορθογραφίας, δεν πέρασε απαρατήρητο. Ευχαριστώ από καρδιάς (με χρονολογική σειρά) τους Στέλιο Φραγκόπουλο, Θεόδωρο Μωυσιάδη, Νίκο Σαραντάκο και Γιάννη Χάρη για τις παρατηρήσεις τους. Οι περισσότεροι φαίνεται να συμφωνούν με τη διαπίστωσή μου — ο Ν.Σ. και ιδιαίτερα ο Γ.Χ. επαυξάνουν μάλιστα και υπερθεματίζουν. Η παρέμβαση του Θ.Μ. ήταν ωστόσο αντιρρητική. Σκέφτομαι λοιπόν πως θα είχε ενδιαφέρον να επανέλθω στο θέμα αναλυτικότερα και (κυρίως) σχολαστικότερα, για να δικαιώσω και το ψευδώνυμό μου.
Για να συνοψίσω την τοποθέτηση του Θ.Μ., η φράση πόσῳ μᾶλλον είναι «αυτούσιο αρχαίο κληροδότημα», με άλλα λόγια γλωσσικό απολίθωμα, που οφείλουμε να το διατηρήσουμε ως έχει. Ο Θ.Μ. παραθέτει μάλιστα τρία παραδείγματα (από τον Δημοσθένη, από το Κατά Ματθαίον ευαγγέλιο και από τον Ρωμανό τον Μελωδό), τα οποία αποδεικνύουν, κατά τη γνώμη του, ότι η έκφραση πόσῳ μᾶλλον είναι και πρέπει να παραμείνει αναλλοίωτη και απαράλλαχτη. Παρόμοιες φράσεις, παρατηρεί ο Θ.Μ., «καλό είναι να γράφονται ακριβώς όπως μας έρχονται από το παρελθόν.»
Ας μου επιτρέψει ο Θ.Μ. να επιμείνω ότι η υποτιθέμενη υπεροχή της γραφής «πόσῳ μᾶλλον» έναντι της «πόσο μάλλον» είναι απόρροια υπέρμετρου γλωσσικού συντηρητισμού ή καλύτερα υφολογικού ακκισμού. Κανείς βέβαια δεν αμφισβητεί ότι το «πόσῳ μᾶλλον» είναι έκφραση σχεδόν στερεότυπη στην αρχαία γραμματεία: το επιβεβαιώνουν τα παραδείγματα που παραθέτει ο Θ.Μ. Εμμένοντας όμως στην «ιστορική» ορθογράφηση της λέξης παραγνωρίζουμε δύο θεμελιώδεις παραμέτρους. Πρώτο, η «αιτιατική του μέτρου» χρησιμοποιείται ήδη στην κλασική γραμματεία, και μάλιστα στον Όμηρο· δεν είναι δηλαδή λιγότερο «νόμιμη» από τη «δοτική του μέτρου». Δεύτερο και κυριότερο, η «αιτιατική του μέτρου» είναι, όπως παρατηρούσα και στο προηγούμενο σχόλιό μου, η μόνη αποδεκτή στα νέα ελληνικά.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Ήδη στον Όμηρο «αιτιατική του μέτρου» χρησιμοποείται, παράλληλα με τη «δοτική του μέτρου», για επίταση του συγκριτικού βαθμού επιθέτου ή επιρρήματος (όπως δηλαδή στην περίπτωση του «πόσο μάλλον»). Παραδείγματα:
Ιλ. Β 239 μέγ᾽ ἀμείνονα φῶτα· Ψ 315 μέγ᾽ ἀμείνων· Τ 217 φέρτερος οὐκ ὀλίγον περ.
Θουκ. 8.6 παρὰ πολὺ μᾶλλον (εξ ου και το νεοελληνικό «πάρα πολύ»)
Ξενοφ. Απομν. 2.10.2 πολὺ τῶν οἰκετῶν χρησιμώτερος· Ανάβ. 7.2.20 ὀλίγον ὕστερον.
Τα παραδείγματα (μια και ο Θ.Μ. φαίνεται να αγαπά τις βιβλιογραφικές παραπομπές) είναι όλα από το θεμελιώδες έργο του Raphael Kühner, Ausführliche Grammatik der griechischen Sprache (επεξεργασμένο από τον Bernhard Gerth), τόμ. 2.1 (Αννόβερο & Λιψία 1898) σελ. 26 & 315.
Πάει καλά ως εδώ: διαπιστώνουμε ότι πράγματι η «αιτιατική του μέτρου» είναι, ήδη στην αρχαία ελληνική γραμματεία, ισοδύναμη και ισότιμη με τη «δοτική του μέτρου». Δεν υπάρχει λοιπόν κανένας λόγος να προτιμήσουμε τη μία έναντι της άλλης. Ωστόσο, δεν επιχειρήσαμε ακόμη να αντικρούσουμε το βασικό επιχείρημα του Θ.Μ., σύμφωνα με το οποίο η έκφραση «πόσῳ μᾶλλον» είναι «αυτούσιο αρχαίο κληροδότημα», «απολίθωμα που ουδέποτε γράφτηκε πόσO μάλλον». Θα δούμε αμέσως ότι τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι όπως τα παρουσιάζει ο Θ.Μ.
Πρώτα απ’ όλα, ο ισχυρισμός ότι η γραφή «πόσΟ μάλλον» δεν μαρτυρείται πουθενά είναι εσφαλμένος. Παραθέτω μερικά παραδείγματα που εντόπισα (όπως και ο Θ.Μ. τα δικά του, φαντάζομαι) χάρη στην ηλεκτρονική βοήθεια του Thesaurus Linguae Graecae.
Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Ποιήματα ηθικά (PG 37, σ. 647 Migne):
Ἄρτοις τρέφονται πέντε μύριος λεώς·
Πόσον σὺ μᾶλλον, ἡ Θεοῦ παραστάτις;
Ιππόλυτος ο Ρώμης, Σχόλ. εις Δανιήλ 4.52.5
Εἰ γὰρ ὁ διάβολος πρὸς ὀλίγον ἔλαβεν ἐξουσίαν […] πόσον μᾶλλον ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ…
Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Βίος Βαρλαάμ και Ιωάσαφ (έκδ. Woodward & Mattingly, σ. 480):
καὶ πόσον σοῦ μᾶλλον τοῦ λογικοῦ συνετώτερόν ἐστι τὸ ἄλογον ζῷον;
Πρόκλος ο Νεοπλατωνικός, Εις Πλάτωνος Παρμενίδην, έκδ. V. Cousin, σ. 1167:
εἰ γὰρ τῆς πρώτης τριάδος τῶν νοητῶν ὕπαρξις πάσης ἐστιν ἐπέκεινα δυνάμεως καὶ πάσης ἐνεργείας, πόσον ἄρα μᾶλλον τὸ ἓν, τὸ πᾶσαν ὕπαρξιν ὑπεραῖρον κρεῖττον εἶναι θησόμεθα τοῦ ἐνεργεῖν.
Τέλος, όπως σωστά παρατήρησε ο Νίκος Σαραντάκος, το «πόσον μάλλον» απαντά (τουλάχιστον τρεις φορές) στη χυμώδη, σπαρταριστή δημοτική του (ψευδο)Σφραντζή.
Φοβάμαι όμως ότι εξάντλησα την υπομονή των αναγνωστών μου. Θα κλείσω αυτό το σημείωμα παρατηρώντας ότι η αρχή του «γλωσσικού απολιθώματος», την οποία επικαλείται ο Θ.Μ., δεν είναι ιερή αγελάδα. Όταν τα υποτιθέμενα γλωσσικά απολιθώματα μπορούν να αντικατασταθούν με ισότιμες δομές που αφομοιώνονται ευκολότερα στο κλιτικό ή συντακτικό σύστημα της νέας ελληνικής, τότε θα πρέπει αδίστακτα να υιοθετούνται. Οπωσδήποτε, η προσφυγή στο ιδεολόγημα του γλωσσικού απολιθώματος δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για τη δικαιολόγηση και την επιβολή αρχαϊσμών, όπως το «πόσῳ μᾶλλον». Όλοι γνωρίζουμε, βέβαια, ότι η νεοελληνική έχει κληρονομήσει, θέλοντας και μη, πληθώρα αρχαϊσμών, πολλοί από τους οποίους έχουν πια αφομοιωθεί εντελώς ακόμη και από την καθομιλούμενη γλώσσα. Άλλο όμως αυτό και άλλο να θέλουμε να επαναφέρουμε με το στανιό ξεχασμένους αρχαϊσμούς, όπως το «πόσῳ μᾶλλον», φορώντας τους τον μανδύα του «γλωσσικού απολιθώματος».
Ταύτα και μένω. Θερμές ευχαριστίες και πάλι σε όσους με τίμησαν με τα σχόλιά τους. Χαιρετισμούς από το Τορόντο!
Τιπούκειτος
Ευχαριστώ και εγώ για τις παραθέσεις. Δέχομαι τη διόρθωση.
Εύχομαι καλή συνέχεια. 🙂
Εγώ σας ευχαριστώ για τις διακριτικές παρεμβάσεις στο (μάλλον επιθετικό) προηγούμενο ποστ. Πού να το φανταζόμουνα ότι τα γλωσσικά ψιλολογήματά μου θα ενδιέφεραν κι άλλους εκτός από μένα! Τελικά οι Τιπούκειτοι είμαστε πολλοί.
Με φιλικούς χαιρετισμούς,
Τ.
Σε όσα είπες δεν έχω να προσθέσω τίποτα, συμφωνώ απόλυτα. Ωστόσο, κάτι σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Το λεξικό του Σταματάκου δεν έχει το «πόσο μάλλον», αλλά το «πολλώ μάλλον» το δίνει σαν *δεύτερο, ενός παρενθέσεως* τύπο του «πολύ μάλλον». Θέλω να πω, ο συντηρητικός Σταματάκος, στη δεκαετία του 1950 που όλα τάσκιαζε η φοβέρα, είχε τη δοτική σε υποδεέστερη μοίρα απ’ ό,τι το λεξικό Μπαμπινιώτη το 2000;
Και, ξέχασα: χαιρετισμούς από το Λουξεμβούργο, για να ολοκληρώσουμε το τρίγωνο των γλωσσολογούντων!
Αγαπητέ Νίκο,
Ευχαριστώ για την επισήμανση. Ευτυχώς φαίνεται ότι το «πολύ μάλλον» έχει καθιερωθεί και δεν κινδυνεύει, προς το παρόν, από το αρχαιόπληκτο ξαδερφάκι του. Αν και ποτέ δεν ξέρει κανείς…
Τιπούκειτε, καταρχάς καλορίζικο.
Στην ανάλυση που έκανες περιορίστηκες στο γραμματικό-συντακτικό μέρος, χωρίς να αναφερθείς στο σημασιολογικό: μάλλον δεν σημαίνει περισσότερο στα νέα ελληνικά. Το «πόσο μάλλον» λοιπόν, είτε σε αιτιατική είτε σε δοτική πτώση, παραμένει αρχαϊσμός και απολίθωμα για τα σημερινά γλωσσικά δεδομένα. Θέλω να πω, η λειτουργία της φράσης στη ΝΕ είναι στάνταρ και δεν προκύπτει «συνειδητά» από τη σημασία (την οποία αγνοούν οι περισσότεροι) και την όποια συντακτική σχέση των δύο λέξεων.
Δεν μπαίνω στη συζήτηση για το ορθογραφικό – αν και πειστικότερο επιχείρημα υπέρ της γραφής «πόσο μάλλον» θεωρώ τη σημερινή ευρεία της χρήση.
Αγαπητέ hominid,
Σ’ ευχαριστώ για το καλωσόρισμα και τις ευχές. Το «μάλλον» ΑΠΟ ΜΟΝΟ ΤΟΥ προφανώς και δεν σημαίνει «περισσότερο» στα νέα ελληνικά. Η στερεότυπη όμως έκφραση «πόσο μάλλον» σαφώς και διατηρεί τη σημασία του αρχαίου συγκριτικού «μᾶλλον»! Το «πόσο μάλλον» επαυξάνει και επιτείνει — περιέχει δηλαδή σύγκριση. Η φράση είναι, βεβαίως, «απολίθωμα», όπως επισήμαινε και ο dr moshe, αυτό όμως δεν δικαιολογεί επ’ ουδενί (άλλο απολίθωμα και τούτο!) τη δοτική «πόσω μάλλον».
Χαιρετισμούς,
Τ.
http://www.skylos.gr/2007/11/blog-post_13.html
Τὰ ἀπολιθώματα βρίσκονται μόνο στὰ μουσεῖα. Ὅ,τι χρησιμοιποιεῖται στὴν καθομιλουμένη εἶναι ζωντανὴ γλῶσσα. Τὸ νὰ βαφτίζεις αὐθαίρετα «ἀπολίθωμα» ὅ,τι θὰ ἤθελες νὰ ἀκρωτηριαστεῖ ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ὁμιλία μας ἀλλὰ ὁ λαὸς δὲν σὲ ἀφήνει νὰ τὸ κηδέψεις ἀμετάκλητα, σὲ χαρακτηρίζει γραφικὸ δημοτικιστὴ παλαιᾶς κοπῆς (τύπου Ψυχάρη – Ρωμαίικη Γραμματικὴ κλπ. τύπου Κριαρᾶ κ.ἄ.) τοῦ 1920 καὶ τοῦ 1930. Μὲ κάθε βεβαιότητα τέτοιες ἀπόψεις ποὺ οὔτε ἀντέχουν σὲ σοβαρὴ ἐπιστημονικὴ δοκιμασία (γι’ αὐτὸ καὶ δὲν χάνω περαιτέρω χρόνο) οὔτε γίνονται δημοφιλεῖς στὴν ἁπλῆ νεολαία δείχνουν τὸ πραγματικὸ ἀδιεξοδο τοῦ νεοδημοτικισμοῦ τῶν 300 λέξεων, τοῦ «αβγού», τοῦ «αφτιού», τοῦ «ολονών» ἢ τοῦ «βαθιού» ἐν ἔτει 2015. Εύτυχῶς, τὰ τελευταία χρόνια ἡ στροφὴ πρὸς τὴν γνήσια ὀρθογραφία καὶ τὸν ὀρθὸ τονισμὸ διογκώνεται πέραν κάθε προβλέψεως. Τελικὰ τὰ μόνα πραγματικὰ ἀπολιθώματα θὰ μείνετε ἐσύ, οἱ φίλοι σου καὶ τὰ ἰνδάλματά σας νὰ μιλᾶτε Ρωμαίικα (Ψυχάρης). Ἀντέχεις νὰ μὴν φθονεῖς τοὺς ὑπολοίπους ποὺ μιλοῦν ΕΛΛΗΝΙΚΑ;
Ορθοτονικέ, όσα γράφεις μπορεί και να είχαν (ελάχιστο) ενδιαφέρον, αν ήταν κάπως πιο πρωτότυπα και κάπως λιγότερο εμπαθή. Θα σου συνιστούσα επίσης να ξαναδιαβάσεις με περισσότερη προσοχή το κείμενό μου. Πού λέω ότι το απολιθωμένο «πόσο μάλλον» πρέπει να εξοβελιστεί;
Κατά τα άλλα, βάζεις στο ίδιο σακκί πράγματα πολύ διαφορετικά: άλλο πράγμα είναι να γράφει κανείς (σωστά, δηλαδή με βάση την εγκυρότερη ετυμολογία) «αβγό» και «αφτί» και άλλο πράγμα είναι να χρησιμοποιεί τύπους σαν το «βαθιού» — που εγώ τουλάχιστον δεν τον μεταχειρίστηκα ποτέ.
[…] φυσικά υλικό από τα δύο παλιά άρθρα (το πρώτο και το δεύτερο, […]