Μέσα στον γενικότερο γλωσσικό σουσουδισμό που μας δέρνει (τι του λείπει του ψωριάρη…), εξέχουσα θέση κατέχει ο εαυτός. Εννοώ κυριολεκτικά την αυτοπαθή αντωνυμία, ιδιαίτερα στην αιτιατική ενικού, χωρίς μάλιστα οριστικό άρθρο — χρήση που οι εξαίρετοι έλληνες δημιοσιογράφοι τη θεωρούν, προφανώς, περιδιαγραμμάτου και της δίνουνε να καταλάβει. Εννοείται ότι στις περισσότερες περιπτώσεις προκύπτουν απολαυστικές ελληνικούρες όπως οι εξής:
1. «Δηλώνει δε ότι η Γερμανία πρέπει να θέσει εαυτόν ξεκάθαρα στην πλευρά του διεθνούς δικαίου» (είπαμε ότι πουλάει αντριλίκι η Καγκελάρια, αλλά όχι κι έτσι)
2. «Εκτός Παγκοσμίου Πρωταθλήματος έθεσε εαυτόν η Τσουρή» (να εύχεσαι, καημένε μου, να μη σε πετύχει η Τσουρή στο δρόμο)
3. «…με την εξαίρεση των τριών βουλευτών που έθεσαν εαυτόν εκτός κόμματος» (συλλογικότητα όμως αυτοί οι βουλευταί, ε; Τρεις νομάτοι, ένας εαυτός.)
4. «Οι φαρμακοποιοί δεν θεωρούν εαυτόν «κλειστό επάγγελμα»» (επίσης συλλογικότατοι και αλληλέγγυοι οι φαρμακοποιοί)
Να μην τα ξαναλέμε και γινόμαστε κουραστικοί: οι μεταξωτές αντωνυμίες θέλουν κι επιδέξιες πτώσεις (και αριθμούς). Άμα θες να μιλάς καθαρεύουσα, πρέπει να πεις «εκτός πρωταθλήματος έθεσε εαυτήν η Τσουρή», «των τριών βουλευτών που έθεσαν εαυτούς εκτός κόμματος», «οι φαρμακοποιοί δεν θεωρούν εαυτούς κλειστό επάγγελμα» και ούτω καθεξής. Αλλιώς, καλύτερα να λες «τον εαυτό της», «τον εαυτό τους» και τα λοιπά, όπως έμαθες με το γάλα της μάνας σου, δύσμοιρε δημιοσιογράφε και της υψιπέτιδος μούσης εραστά.